Ημερίδα – Βιολογική Γεωργία: Προοπτικές ανάπτυξης, κλιματική αλλαγή και δημόσια υγεία

Περιορισμένη είναι η διείσδυση των βιολογικών προϊόντων στην κυπριακή αγορά και στις κρατικές υπηρεσίες και παρά τους στόχους που τίθενται από την ΕΕ, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην ημερίδα με θέμα «Βιολογική Γεωργία: Προοπτικές ανάπτυξης, κλιματική αλλαγή και δημόσια υγεία», που συνδιοργάνωσαν τον Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών, το Τμήμα Περιβάλλοντος και το ΤΕΠΑΚ, στις 20 Οκτωβρίου.

Όπως ανέφερε στην παρουσίασή του ο αναπληρωτής καθηγητής του ΤΕΠΑΚ, Δρ Κωνσταντίνος Μακρής, παρόλο που ισχύει και για την Κύπρο το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τις πράσινες συμβάσεις με στόχο την προμήθεια και χρήση βιολογικών προϊόντων σε ποσοστό 50% σε προσφορές στις οποίες πρέπει να βγουν τα Υπουργεία, για σχολεία, στρατόπεδα και νοσοκομεία, μέχρι σήμερα αυτός ο στόχος δεν έχει επιτευχθεί.

Αντίθετα, πολλές χώρες στην ΕΕ που εφαρμόζουν τις πράσινες δημόσιες συμβάσεις έχουν μεγάλο ποσοστό χρήσης βιολογικών προϊόντων. Όπως είπε, στην Ιταλία συγκεκριμένα είναι νόμος του κράτους η προσφορά βιολογικών τροφίμων σε νηπιαγωγεία σε ποσοστό 100%, ενώ σε σχολεία δημοτικής εκπαίδευσης στη Ρώμη, στο Τορίνο και στην Κοπεγχάγη παρέχονται βιολογικά τρόφιμα στις καντίνες αλλά και σε γεύματα σε ποσοστό 40-80% του συνολικού μενού.

Ανέφερε, επίσης, ότι στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού, υπάρχει συνεργασία με φορείς της Ιταλίας, η οποία είναι πραγματικά προηγμένη χώρα στους τομείς της βιολογικής γεωργίας, των βιολογικών τροφίμων, του βιολογικού τρόπου ζωής, ενώ ιδιαίτερα προσοδοφόρος είναι και ο τομέας των εξαγωγών βιολογικών τροφίμων. Παράλληλα, ανέφερε ότι είναι και για την Κύπρο μια πρόκληση η τόνωση της οικονομίας μέσω της μεγαλύτερης έμφασης στη βιολογική γεωργία, όπως έχουν κάνει πολλές χώρες της ΕΕ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν, παρόλο που στην Κύπρο από το 2002 μέχρι το 2014 υπήρξε σημαντική αύξηση των βιοκαλλιεργητών και έχει αυξηθεί η καλλιεργήσιμη έκταση, η χώρα παραμένει στις χαμηλότερες θέσεις της ΕΕ στο ποσοστό καλλιεργήσιμης γης για βιολογικά προϊόντα. Ο τζίρος από τις λιανικές πωλήσεις βιολογικών τροφίμων ανέρχεται στην Κύπρο στα €2 εκ., και θεωρείται χαμηλός όταν η Ιταλία έχει από μόνη της έχει τζίρο €5 δισ για την εσωτερική της αγορά και άλλα τόσα από τις εξαγωγές.

Στα πλαίσια του προγράμματος το ΤΕΠΑΚ διεξάγει έρευνα, διερευνώντας κατά πόσο η κατανάλωση βιολογικών προϊόντων μπορεί να οδηγήσει στη μείωση του χημικού φορτίου του οργανισμού των παιδιών σε φυτοφάρμακα και κατά πόσο είναι αποτελεσματική στη μείωση δεικτών οξειδωτικού στρες και φλεγμονής, αν ακολουθούν μια διατροφή με βιολογικά προϊόντα.

Όχι σε υπολείμματα φυτοφαρμάκων σε βιολογικά

Η Κύπρος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στον τομέα της βιολογικής γεωργίας και ιδιαίτερα στη χρήση των φυτοφαρμάκων, ανέφερε στην ομιλία του στην ημερίδα ο Υπουργός Γεωργίας Νίκος Κουγιάλης. «Είμαστε μια από τις χώρες της ΕΕ, η οποία είχαμε έντονα αντιταχθεί στη χρήση όποιων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων σε βιολογικές καλλιέργειες», ανέφερε.

Πρόσθεσε ότι έγινε μια μεγάλη προσπάθεια πέρυσι από κάποιες χώρες της ΕΕ για να επιτραπεί ένα ποσοστό υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων κατά τη βιολογική παραγωγή και εξέφρασε την ελπίδα η Κύπρος να καταφέρει να εμποδίσει κάτι τέτοιο, παρόλο που κάποιες μεγάλες χώρες δεν το επιθυμούν. Όπως είπε, αν γίνει κάτι τέτοιο θα υπάρξει ένα μεγάλο πλήγμα σε αυτό που ονομάζεται αγορά βιολογικών προϊόντων διότι οι καταναλωτές θα μπερδευτούν και δεν θα ξέρουν τι είναι βιολογικό και τι όχι.

«Ελπίζω ότι οι εταίροι μας στην ΕΕ θα το αντιληφθούν, ας αφήσουμε τα οικονομικά συμφέροντα πίσω και ας εργαστούμε συλλογικά προς τον κοινό στόχο που είναι και η αντιμετώπιση των επιπτώσεων στην κλιματική αλλαγή και η υγεία των συμπολιτών μας και η προστασία του περιβάλλοντος», ανέφερε. Πρόσθεσε ότι το έργο που παρουσιάζεται σήμερα έχει ένα ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει ώστε να αναδείξει νέους τρόπους παραγωγής βιολογικών τροφίμων και να βελτιώσει τους υφιστάμενους έτσι ώστε να βοηθήσει τη γεωργία να γίνει πιο φιλική προς το περιβάλλον.

Εξήγησε ότι και η γεωργία συμβάλει με τον δικό της τρόπο στην επιδείνωση των κλιματικών αλλαγών στον πλανήτη μέσω των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας αλλά και την έκλυση χημικών στα υπόγεια ύδατα.

Το Υπουργείο Γεωργίας, ανέφερε, οφείλει από τη μια να μετριάσει με τις πολιτικές του τις επιπτώσεις που προκαλεί η ίδια η γεωργική και κτηνοτροφική δραστηριότητα στη κλιματική αλλαγή και δεύτερον μια άλλη μεγάλη πρόκληση, είναι η στήριξη του πρωτογενούς τομέα παραγωγής, ώστε να μπορέσει να αντεπεξέλθει και να προσαρμοστεί στις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην παραγωγή τροφίμων. Ο Υπουργός είπε ακόμα ότι η βιολογική γεωργία αποτελεί ένα παράδειγμα, φιλικής γεωργικής δραστηριότητας προς το περιβάλλον.

Πηγή: ΚΥΠΕ

Στιγμιότυπο για την ημερίδα στις ειδήσεις του ΡΙΚ: