SANA 2016 – Βιολογική Γεωργία: Η παγκόσμια απάντηση στην υπερθέρμανση του πλανήτη
Στο πλαίσιο του SANA 2016, πραγματοποιήθηκε εκδήλωση για τη βιολογική γεωργία και την κλιματική αλλαγή, την Δευτέρα, 12 Σεπτέμβρη 2016, στη Μπολόνια. Λίγες μέρες μετά την επικύρωση της συμφωνίας από την Κίνα και τις ΗΠΑ και λιγότερο από δύο μήνες πριν από το επόμενο COP 22 στο Μαρακές, η Federbio, η ιταλική ομοσπονδία που εκπροσωπεί το σύνολο του τομέα των βιολογικών προϊόντων, σε συνδυασμό με το Kyoto Club, εταίρος του έργου ORGANIKO, συζήτησαν για τις σχέσεις μεταξύ της βιολογικής γεωργίας και της παγκόσμιας υπερθέρμανσης.
“Ξεκινώντας από την EXPO του Μιλάνου το 2015, η FederBio εργάζεται για την προώθηση της βιολογικής γεωργίας ως πρότυπο διατροφής και γεωργίας για το μέλλον, ιδιαίτερα στην Ιταλία – εξήγησε ο Paolo Carnemolla, πρόεδρος της FederBio – Δεδομένου ότι η αγορά τελικά αναδεικνύει ότι οι καταναλωτές θέλουν πραγματικά μια γεωργία απαλλαγμένη από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (GMΟ) και φυτοφάρμακα, η οποία να είναι σε θέση να διατηρήσει το έδαφος, το νερό και τη βιοποικιλότητα, είναι απαραίτητο να εφαρμοστεί μια μεγάλη βιολογική μετάβαση έτσι να δώσει απάντηση στο θέμα της κλιματικής αλλαγής. Η Ιταλία, ιστορικός ηγέτη του τομέα της βιολογικής γεωργίας, πρέπει να καθοδηγήσει αυτή τη σημαντική μετάβαση σε ένα νέο σύστημα γεωργίας το οποίο να είναι σε θέση να δώσει μια ενεργή συμβολή στην επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού.”
“Μετά το COP 21, γίνεται όλο και πιο επιτακτική η ανάγκη για ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην καθημερινή μας ζωή – υπογράμμισε ο Sergio Andreis, Διευθυντής του Kyoto Club -” Ο δεύτερος στόχος των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη μέχρι το 2030 συνηγορεί για το δικαίωμα να «τελειώσει η πείνα, επιτευχθεί η ασφάλεια των τροφίμων, να βελτιωθεί η διατροφή και να προωθηθεί μια βιώσιμη γεωργία», διότι ο τομέας της γεωργίας έχει σίγουρα έναν ηγετικό ρόλο στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής. Στην τελευταία συνάντηση G20, η Κίνα και οι ΗΠΑ έχουν δηλώσει την κύρωση της Συμφωνίας του Παρισιού: μια πολύ σημαντική εξέλιξη. Παράλληλα με την υποστήριξη από τις ευρωπαϊκές εθνικές κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, πρέπει να διαδώσουμε τις καλές πρακτικές που έχουν ήδη συμβάλει στην μεγιστοποίηση της επίδρασης της βιολογικής και βιο-δυναμικής γεωργίας στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου”, κατέληξε ο Andreis.
«Οι σχέσεις μεταξύ της γεωργίας και της κλιματικής αλλαγής είναι εξαιρετικά πολύπλοκες. Από τη μια πλευρά, η γεωργία αποτελεί μία από τις κύριες πηγές αερίων του θερμοκηπίου, για παράδειγμα CO2, CH4 και N2O, τα οποία είναι οι κύριοι υπεύθυνοι της κλιματικής αλλαγής – τόνισε ο Lorenzo Ciccarese, ερευνητής στο ISPRA, Ινστιτούτο της Ιταλίας για την Προστασία και Έρευνα του Περιβάλλοντος. Σύμφωνα με την FAO, οι εκπομπές αερίων είναι περίπου 5,3 δισεκατομμύρια τόνους CO2, που είναι το 14,6% του συνόλου των εκπομπών από ορυκτά καύσιμα. Ακόμα και στην Ιταλία, ο τομέας της γεωργίας εκπέμπει σημαντικές ποσότητες αερίων του θερμοκηπίου και είναι περίπου 7% του εθνικού συνόλου. Ωστόσο, η γεωργία, χάρη στη φωτοσυνθετική δραστηριότητα, μπορεί να έχει ένα σημαντικό ρόλο στη μείωση της κλιματικής αλλαγής, αν εφαρμοστούν ορθές γεωργικές πρακτικές, όπως διαχείριση εδάφους, καλλιεργειών ρυζιού (πηγές μεθανίου), ζωικών αποβλήτων και άρδευσης, ανάκτηση εδάφους, παραγωγή βιο-ενέργειας έναντι της χρήσης ορυκτών καυσίμων και δέσμευση άνθρακα στο έδαφος και στη βιομάζα. ”
Εν κατακλείδι ο Hans Herren, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Ινστιτούτου Millennium και νικητής του Παγκόσμιου Βραβείου Τροφίμων 1995, δήλωσε ότι: «Τα στοιχεία για τη σχέση μεταξύ της βιολογικής γεωργίας και της υπερθέρμανσης του πλανήτη μας δίνουν ένα ισχυρό λόγο για να τραβήξουμε την προσοχή των πολιτικών στη βιολογική, αναγεννητική γεωργία και αγρο-οικολογία, συμπεριλαμβανομένων σε αυτή την βιώσιμη μετάβαση. Είναι αναγκαίο οι μελλοντικές πολιτικές γεωργίας και τροφίμων να είναι συνεπείς με τις επιστημονικές ενδείξεις: η έρευνα είναι πάντα αναγκαία για να επιβεβαιώσει τα σημερινά και μελλοντικά οφέλη της βιώσιμης γεωργίας”.